Ελίζα Σακκά
Στο πλαίσιο του Εθνικού Διαλόγου για την παιδεία, ανέκυψε το ζήτημα της κατάργησης της διδασκαλίας των Αρχαίων στο Γυμνάσιο. Αφορμή ήταν η επιστολή 56 καθηγητών Πανεπιστημίου, γλωσσολόγων, οι οποίοι παρατήρησαν ότι οι ώρες διδασκαλίας που αφιερώνονται στην αρχαία ελληνική γλώσσα είναι περισσότερες από αυτές που αναλογούν στη διδασκαλία της νέας ελληνικής. Αυτή η επιστολή προκάλεσε αντιδράσεις στους κύκλους των φιλολόγων και γενικά πρόκειται για ένα δύσκολο θέμα, όπου δεν υπάρχει έτοιμη απάντηση.
Κατά τη γνώμη μου, δεν είναι δυνατό στο Γυμνάσιο να διδάσκονται τα αρχαία ελληνικά και από το πρωτότυπο και από μετάφραση σε βάρος των νέων ελληνικών. Τα νέα ελληνικά είναι η τρέχουσα γλώσσα, αυτή που χρησιμοποιούμε σήμερα για να μιλήσουμε και να γράψουμε και πρέπει να τη χρησιμοποιούμε σωστά. Πριν βιαστούν να ισχυριστούν οι υπέρμαχοι των Αρχαίων τη σημασία της διδασκαλίας τους για την ολοκληρωμένη εκμάθηση των νέων ελληνικών, θέλω να τονίσω ότι τα νέα ελληνικά δεν μαθαίνονται μέσα από ετυμολογικές αναλύσεις, αλλά μέσω της χρήσης τους και της κατανόησης τους, κάτι που μπορεί να επιτευχθεί στα πλαίσια διδασκαλίας των νέων ελληνικών. Ταυτόχρονα, η διεύρυνση του σχολικού ωραρίου δεν μπορεί να είναι απεριόριστη, δεν μπορούν να προστεθούν περισσότερες ώρες διδασκαλίας των νέων ελληνικών για να καλυφθούν οι ανάγκες διδασκαλίας τους.
Θα ήθελα να προσθέσω ότι τα Αρχαία είναι μία “νεκρή γλώσσα”. Οι φιλόλογοι μπορεί να επικαλεστούν ξεπερασμένους ορισμούς ή να προβούν σε εννοιολογικές ακροβασίες για να υποστηρίξουν το αντίθετο. Αλλά ας μην κοροϊδευόμαστε, τα Αρχαία είναι μία νεκρή γλώσσα και η διδασκαλία τους στο Γυμνάσιο δεν ωφελεί. Αντίθετα, επιβαρύνει τους μαθητές, γιατί σαφώς πρόκειται για ένα δύσκολο μάθημα και τους γεμίζει με άγχος. Δεν συνάδει, επίσης, με τις ανάγκες της εποχής, η οποία απαιτεί πρακτικές και τεχνολογικές γνώσεις και δεξιότητες, τις οποίες το Γυμνάσιο σχεδόν δεν αγγίζει. Χρησιμότερη θα ήταν η ενίσχυση του μαθήματος της Πληροφορικής.
Τέλος, θα κλείσω λέγοντας ότι, οι μαθητές αντιπαθούν τα Αρχαία, δυσκολεύονται να τα καταλάβουν και αυτό οδηγεί στην απαξίωση τους. Αυτό συμβαίνει, γιατί το μάθημα δεν γίνεται, όπως θα έπρεπε και δεν προκαλεί το ενδιαφέρον των μαθητών. Γι’ αυτό το λόγο, μέχρι οι καθηγητές του Γυμνασίου να είναι σε θέση να παρέχουν μία ολοκληρωμένη, ενδιαφέρουσα και επιστημονικά ελκυστική διδασκαλία στους μαθητές, θα πρέπει η διδασκαλία τους να περιοριστεί στο μεταφρασμένο κείμενο, γιατί έχει τα αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα. Οι μαθητές, όχι μόνο δεν αγαπούν τα αρχαία ελληνικά, αλλά οι γνώσεις τους είναι είτε ελλιπείς, είτε ακόμα και λανθασμένες και σίγουρα είναι χειρότερη η ημιμάθεια από την αμάθεια.
Άρτεμις Γιαννακοπούλου
Η αρχαία ελληνική γλώσσα και γραμματεία αποτελεί βασικό μάθημα του σχολικού προγράμματος των τάξεων του γυμνασίου, όσο και του γενικού λυκείου. Πάραυτα, προσφάτως, και μέσα στα πλαίσια του διαλόγου για την παιδεία, τέθηκε το ζήτημα της κατάργησης της διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής γλώσσας από το πρωτότυπο στις τάξεις του γυμνασίου. Πρόκειται μάλιστα για μία πρόταση υπογεγραμμένη από φιλολόγους, και η οποία άνοιξε τον ασκό του Αιόλου για αντιδράσεις τόσο εκ μέρους της πανεπιστημιακής κοινότητας, όσο και των εκπαιδευτικών.
Το βασικό επιχείρημα των «πολέμιων» των αρχαίων ελληνικών που συνοψίζεται στην έννοια της επιμονή της διδασκαλίας μιας αχρηστεμένης γλώσσας, καταρρίπτεται εύκολα, και αφού ο καθένας που γνωρίζει και μιλά την νέα ελληνική γλώσσα, δηλαδή όλοι εμείς, μπορεί να διαπιστώσει ότι αυτόνομες εκφράσεις, σύνταξη, λεξιλόγιο και γραμματική, παρμένα από την αρχαία ελληνική, αποτελούν και σήμερα μέρος της καθημερινής μας γλώσσας. Η σωστή εκμάθηση της αρχαίας ελληνικής γλώσσας αποτελεί βασικό και αναπόσπαστο άξονα της εκμάθησης των νέων ελληνικών, με τα οποία θα πρέπει να οδεύουν παράλληλα, καθώς η σύνδεσή τους είναι αδιαμφισβήτητη.
Με την εισαγωγή, κατά την Δευτεροβάθμια εκπαίδευση, στον κόσμο της σπουδαιότερης αρχαίας γλώσσας του κόσμου, ο μαθητής έχει τη δυνατότητα να καλλιεργήσει την κριτική σκέψη του, να κατανοήσει τη φιλοσοφική σκέψη και τις αρχές της δημοκρατίας, καθώς και να κατανοήσει μετέπειτα την συγγραφή σπουδαίων ελληνικών λογοτεχνικών κειμένων, καθώς και να οξύνει την δημιουργικότητα της σκέψης του και της παρατηρητικότητάς του, στοιχεία αναπόσπαστα από την καλλιέργεια της προσωπικότητας του νέου. Επιπροσθέτως, πρόσφατες μελέτες συγκλίνουν στο συμπέρασμα πως τα αρχαία ελληνικά, ειδικότερα μάλιστα το πρωτότυπο αυτών, βοηθά σημαντικά σε περιπτώσεις δυσλεξίας και άλλων μαθησιακών δυσκολιών, καθώς και στην διαμόρφωση σωστής άρθρωσης, τονισμού των λέξεων ενώ τα παιδιά που διδάσκονται την ορθογραφία του πολυτονικού συστήματος αναπτύσσουν γρηγορότερα τις αντιληπτικές τους ικανότητες σε σχέση με εκείνα που διδάσκονται μονοτονικό.
Επιπλέον, θεωρώ πως θα ήταν ολέθριο σφάλμα να παραλείψει κανείς το γεγονός πως επιστήμες όπως η Αρχαιολογία, η Φιλοσοφία, η Ιστορία , η Ψυχολογία, η Νομική, η Ιατρική, τα Μαθηματικά, η Φυσική και η Χημεία απαιτούν την κατανόηση των αρχαίων ελληνικών από το πρωτότυπο, σύμφωνα με τα οποία δομούνται λεξιλογικοί όροι, και έννοιες που χρησιμοποιούνται στο σύνολο της επιστημονικής και εκπαιδευτικής κοινότητας παγκοσμίως. Χωρίς την πρώιμη επαφή με το πρωτότυπο των αρχαίων ελληνικών, θα ήταν ιδιαιτέρως δύσκολη η επαφή των ανθρώπων με τις επιστήμες αυτές, ακόμη κι αν ο μαθητής στην ηλικία αυτή δυσκολεύεται να το κατανοήσει. Κατά τη γνώμη μου, οι καθηγητές οφείλουν να στέκονται ως αρωγοί της σωστής εκμάθησης, χωρίς την χρήση στείρων και παγιωμένων μεθόδων μάθησης, αλλά αντιθέτως όντας ριζοσπαστικοί και σύγχρονοι.
Ας μην ξεχνάμε μάλιστα πως η αρχαία ελληνική γλώσσα αποτελεί βασικό πυλώνα στα εκπαιδευτικά συστήματα των περισσότερων ευρωπαϊκών, και όχι μόνο, χωρών. Πιστεύω λοιπόν, πως θα ήταν σημαντική παρέκκλιση του σύγχρονου εκπαιδευτικού προγράμματος να παραγκωνίζει όχι μόνο την γλώσσα που αποτελεί προκάτοχο της σημερινής καθομιλουμένης, αλλά και να προσπαθεί να καταστήσει νεκρή μία γλώσσα που ακόμη και σήμερα στέκεται ζωντανή και όρθια παγκοσμίως.