in

Το θαύμα της μεσογειακής διατροφής

Εισήγαγε έναν όρο που είναι από τους δημοφιλέστερους στην επιστημονική και μη βιβλιογραφία τις τελευταίες δεκαετίες – μόνο στο Διαδίκτυο οι καταχωρήσεις που αφορούν τη μεσογειακή διατροφή αγγίζουν το ένα εκατομμύριο!

Εκανε διάσημη τη χώρα μας, οδηγώντας τους επιστήμονες ανά τον κόσμο στο να στρέψουν το βλέμμα τους στο «φαινόμενο της Κρήτης», όπως ονομάστηκε, τίτλος που η Μεγαλόνησος έλαβε χάρη στη μακροζωία των κατοίκων της. Αποτέλεσε ορόσημο στον τομέα της διατροφής.

Ο λόγος για την περίφημη έρευνα των Επτά Χωρών, μια από τις δύο διαχρονικότερες επιδημιολογικές μελέτες που έχουν ποτέ διεξαχθεί, στην οποία συμμετείχε και η Ελλάδα. Ο εμπνευστής της έρευνας αυτής απεβίωσε πριν από μερικές ημέρες σε ηλικία που συναγωνίζεται αυτήν των μακροβιότερων εθελοντών της μελέτης του.

Ο Ανσελ Κις πέθανε σε ηλικία 100 χρόνων, αποτελώντας το παράδειγμα που αποδεικνύει τα σημαντικότατα οφέλη του μεσογειακού τρόπου διατροφής – ο ίδιος βεβαίως, ως γνήσιος επιστήμονας, απαντούσε πάντοτε ότι υπάρχει μεγάλη πιθανότητα η μακροζωία του να αποδίδεται στη μεσογειακή διατροφή, όχι όμως και επιστημονική απόδειξη.

«Το Βήμα» μίλησε με έναν από τους ανθρώπους-κλειδιά της μεγάλης αυτής έρευνας, στενό συνεργάτη του Κις και επικεφαλής της μελέτης στη χώρα μας, τον καθηγητή κ. Χρ. Αραβανή.

Από τη διαφωτιστικότατη αυτή συζήτηση μας έμειναν πολλά: ήταν ένα πολύ ενδιαφέρον ταξίδι στο παρελθόν – άρχισε σχεδόν πενήντα χρόνια πριν, μαζί με την έρευνα – και καταλήγοντας στο παρόν έδωσε σημαντικά διδάγματα για το μέλλον. Αλλωστε, όπως προείπαμε, πρόκειται για μια από τις διαχρονικότερες επιδημιολογικές μελέτες. Τα αποτελέσματά της δεν θα μπορούσαν να είναι παρά διαχρονικά… Μετά την ανάγνωση, πιστεύουμε ότι θα συμφωνήσετε μαζί μας.

H έρευνα των Επτά Χωρών ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του ’40 από τις ΗΠΑ – εμπνευστής και δημιουργός της ήταν ο διάσημος καθηγητής Ανσελ Κις, ο «Mr Cholesterol» όπως τον αποκαλούσαν οι Αμερικανοί, καθώς ήταν ο πρώτος εκφραστής της σύνδεσης «διατροφή-καρδιά» αλλά και εκείνης μεταξύ της χοληστερόλης με τη στεφανιαία νόσο.

Στη συνέχεια συμπεριέλαβε άλλες χώρες με διαφορετικά χαρακτηριστικά, διαφορετικό τρόπο ζωής. Αποτελεί μια κλασική έρευνα-ορόσημο, τη μεγαλύτερη σε διάρκεια από όλες του είδους της, μαζί με εκείνη του Φράμιγχαμ των ΗΠΑ.

Κάλυψε απαρχής 12.500 άτομα μεταξύ 40 και 60 ετών. Παρακολουθήθηκε η υγεία των εθελοντών, κυρίως σε ό,τι αφορούσε τα καρδιαγγειακά νοσήματα αλλά και τις κακοήθειες. Και σήμερα η έρευνα αυτή συνεχίζεται στη χώρα μας από ειδικούς της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης, όπως ο καθηγητής κ. A. Καφάτος.

Στην έρευνα συμπεριελήφθη και η Ελλάδα κατόπιν πρωτοβουλίας του κ. Αραβανή. Πώς ελήφθη αυτή η πρωτοβουλία; H εξιστόρηση του ίδιου του καθηγητή δίνει την καλύτερη απάντηση: «Οταν έφυγα από την Ελλάδα για τις ΗΠΑ, νεότατος γιατρός ων, δεν είχα ακόμη δει ως φοιτητής αλλά και ως ασκούμενος περίπτωση εμφράγματος.

Αφού βρέθηκα όμως στις ΗΠΑ για μεταπτυχιακές σπουδές, κατάλαβα μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα την τρομερή διαφορά στη συχνότητα εμφάνισης των νοσημάτων της καρδιάς. Είπα μέσα μου ότι στην Ελλάδα – και κυρίως στην επαρχιακή Ελλάδα – πρέπει να υπάρχει ένας διαφορετικός Θεός σε ό,τι αφορά την υγεία και ένας άλλος στις ΗΠΑ, ο οποίος δεν προστατεύει από τις ασθένειες της καρδιάς τους πολίτες».

Ο κ. Αραβανής πληροφορήθηκε από συναδέλφους του στη Νέα Υόρκη ότι μια νέα επιδημιολογική έρευνα που εξετάζει τη σύνδεση της διατροφής με τα καρδιακά νοσήματα ξεκινά στη Μινεσότα από τον Ανσελ Κις. «Πράγματι ο Κις το 1947 είχε ξεκινήσει την έρευνα με μία πρώτη ομάδα την οποία αποτελούσαν εργάτες σιδηροδρόμων. Τον συνάντησα στην Ουάσιγκτον το 1954 με την ευκαιρία του δεύτερου Παγκοσμίου Συνεδρίου Καρδιολογίας. Ηταν ένας καλοσυνάτος, πολύ ευγενής και έξυπνος άνθρωπος, με χιούμορ.

Του εξήγησα τι συνέβαινε στην Ελλάδα – αν και ο ίδιος ήταν ως έναν βαθμό κατατοπισμένος για την κατάσταση από ιταλούς συναδέλφους. Συναντηθήκαμε ξανά έναν χρόνο αργότερα σε συνέδριο της Αμερικανικής Ιατρικής Εταιρείας στο Σικάγο, όπου και συμφωνήθηκε η Ελλάδα να περιληφθεί στην έρευνα, καθώς διέθετε ιδιαίτερα διατροφικά χαρακτηριστικά που δημιουργούν ενδιαφέρον. Στην έρευνα περιελήφθησαν επίσης η Ιταλία, η Ολλανδία, η τότε Γιουγκοσλαβία – νυν Σερβία, η Φινλανδία, η Ιαπωνία».

H επιλογή του δείγματος στην Ελλάδα έγινε με το εξής σκεπτικό: οι περιοχές έπρεπε να είναι μακριά από το κέντρο, ώστε να μην έχουν την επίδραση της ζωής του κέντρου – αν και η Αθήνα είχε τότε ένα πρόσωπο που με τα σημερινά δεδομένα θα την έκανε να χαρακτηρίζεται χωριό. «Αν και τα χαρακτηριστικά της ζωής και της διατροφής των Ελλήνων στην ύπαιθρο ήταν τότε περίπου τα ίδια, σκεφθήκαμε να φθάσουμε στο πιο απομακρυσμένο σημείο, την Κρήτη.

Ηταν ήδη γνωστό ότι στην Κρήτη η διατροφή ήταν μια τυπική διατροφή επαρχιακού λαού με μεγάλη κατανάλωση λαδιού σε συνδυασμό με σκληρή αγροτική εργασία – σωματική άσκηση σε καθημερινή βάση. H θερμιδική κατανάλωση των Κρητών για το έργο τους δεν ήταν μεγάλη. Χαρακτηριζόταν από αρκετό λίπος – κάνοντας όμως λόγο για λίπος, εννοούμε λάδι».

Επελέγη τελικώς μια αγροτική περιοχή 50 χλμ. έξω από το Ηράκλειο, το Καστέλλι Πεδιάδος. Το δείγμα ήταν της τάξεως των 620 ατόμων στην Κρήτη και έναν χρόνο αργότερα που ξεκίνησε η έρευνα και στην Κέρκυρα – σε μια περιοχή 45 χλμ. έξω από την πόλη της Κέρκυρας – περιελήφθησαν άλλα τόσα άτομα.

«Τον δεύτερο χρόνο επελέγη κάποιο από τα Επτάνησα, καθώς το σκεπτικό ήταν ότι επειδή η περιοχή δεν είχε βρεθεί υπό τον τουρκικό ζυγό και είχε έλθει από πολύ νωρίς σε επαφή με την Ευρώπη, ίσως είχαν εμφανιστεί αλλαγές σε κάποιες συμπεριφορές». Ωστόσο απεδείχθη ότι ούτε ο πληθυσμός της Κέρκυρας εμφάνιζε διαφορές σε σύγκριση με τους υπόλοιπους επαρχιακούς πληθυσμούς στη διατροφή ή στην άσκηση.

Τα συνολικά 1.250 αυτά άτομα είχαν έκτοτε ετήσια παρακολούθηση σε ό,τι αφορούσε την καταγραφή τυχόν ασθενειών και πενταετή πλήρη επανεξέταση.

Από τη μεγάλη αυτή έρευνα προέκυψε – κυρίως σε ό,τι αφορούσε το δείγμα της Κρήτης, αφού οι Κρητικοί ήταν και οι πιο συνεπείς στην εξέτασή τους επί τόσα έτη – ότι ο τρόπος ζωής των κατοίκων της Μεγαλονήσου αποτελεί σημαντικό παράγοντα μακροζωίας.

Από τα 620 άτομα στην Κρήτη ζούσαν ως πέρυσι 154. Φάνηκε ότι από όλες τις χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα ο πληθυσμός της Κρήτης είχε τη μικρότερη νοσηρότητα και θνησιμότητα από καρδιαγγειακές παθήσεις. Οι διαφορές ήταν τόσες που όλοι έκαναν λόγο για «φαινόμενο Κρήτης». Το φαινόμενο αυτό απεδόθη στη διατροφή και στον γενικότερο τρόπο ζωής.

H έρευνα των Επτά Χωρών προσέφερε στην επιστημονική – και μη – κοινότητα έναν διάσημο όρο. Αυτόν της «μεσογειακής διατροφής». Πρόκειται για τον πλέον προσφιλή όρο που έχει χρησιμοποιηθεί σε ό,τι αφορά τη διατροφή μέσα από την ατελείωτη λίστα των περισσότερων από 2.000 συνταγών και «συνταγολογίων» που έχουν κυκλοφορήσει. «Και αυτό συνέβη επειδή πράγματι η έννοια της μεσογειακής διατροφής είχε αντικειμενική αξία. H διατροφή αυτή μπορεί να έχει πολύ λίπος – αλλά πρόκειται για ελαιόλαδο, το οποίο ως γνωστόν έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά: δεν αυξάνει τη χοληστερόλη, έχει αντιοξειδωτικές ιδιότητες χάρη στην περιεκτικότητά του σε βιταμίνη E. Περιέχει συγχρόνως φρούτα και λαχανικά με πολλές ίνες, λίγο κόκκινο κρέας και γαλακτοκομικά προϊόντα με μέτρο.

Με μέτρο στη διατροφή αυτή γίνεται και η κατανάλωση κρασιού». Συγχρόνως το δεύτερο «μυστικό» της μακροζωίας των μεσογειακών λαών και δη των Κρητών ήταν η σκληρή άσκηση. «Οι θερμίδες που κατανάλωναν οι άνθρωποι αυτοί ενώ εργάζονταν τόσο σκληρά ήταν 2.500-2.800. Γι’ αυτό και ο δείκτης υποδορίου λίπους τους ήταν πολύ χαμηλός σε σύγκριση με τους άλλους λαούς που εξετάστηκαν».

Από την έρευνα προέκυψε όμως και μια δεύτερη πρωτιά. Μαζί με τον όρο της μεσογειακής δίαιτας εισήχθη για πρώτη φορά και εκείνος του παράγοντα κινδύνου. Ο όρος αυτός πρωτοεμφανίστηκε το 1961 συγχρόνως σε δύο έγκριτα αμερικανικά επιστημονικά έντυπα: στο «JAMA» («Journal of the American Medical Association») και στο «Circulation».

Στο ένα έντυπο εισήχθη μέσω της έρευνας των Επτά Χωρών ως προδιαθετικός παράγοντας (pre-desposing factor) για τη νόσο και στο δεύτερο μέσω της μελέτης του Φράμιγχαμ ως παράγοντας κινδύνου (risk factor). H μελέτη του Φράμιγχαμ αποτελεί τη δεύτερη εκτενή διαχρονική επιδημιολογική έρευνα. Διεξήχθη σε πληθυσμό της περιοχής του Φράμιγχαμ της Μασαχουσέτης, με τη διαφορά ότι στην έρευνα αυτή σε σύγκριση με εκείνη των Επτά Χωρών συμμετείχαν και γυναίκες.

Οπως έδειξε η έρευνα των Επτά Χωρών, από τους βασικούς παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση στεφανιαίας νόσου – υπέρταση, υπερχοληστερολαιμία, παχυσαρκία, κάπνισμα, ακινησία, διαβήτης – η ύπαρξη μόνο ενός δεν είναι τόσο επιβαρυντική για την υγεία. «Ο συνδυασμός ή αλλιώς η “μαφία των παραγόντων”, έστω και αν ο καθένας από αυτούς δεν εμφανίζεται σε μεγάλο βαθμό, είναι αυτός που κάνει τη μεγαλύτερη ζημιά.

Μάλιστα ορισμένοι συνδυασμοί είναι πιο επιβαρυντικοί από άλλους. Για παράδειγμα, οι διαταραχές των λιποπρωτεϊνών – της χοληστερόλης – μαζί με το κάπνισμα αποτελούν πολύ κακό συνδυασμό για την καρδιά. Χειρότερο όμως όλων φαίνεται να είναι το τρίπτυχο διαταραχές της χοληστερόλης – κάπνισμα – υπέρταση» λέει ο κ. Αραβανής.

Τα συμπεράσματα της μακροχρόνιας αυτής έρευνας κάθε άλλο παρά αισιόδοξα μπορούν να είναι. Ο κόσμος απαλλάχθηκε από τις μεγάλες επιδημίες του παρελθόντος όπως η πανούκλα ή η διφθερίτιδα αλλά γνώρισε νέες μεγάλες «επιδημίες» μη μεταδοτικών ασθενειών. Τα καρδιαγγειακά νοσήματα αποτελούν σήμερα τον υπ’ αριθμόν 1 δολοφόνο του σύγχρονου κόσμου. Τα νοσήματα αυτά τα οποία ήταν άγνωστα στην Ελλάδα του παρελθόντος, αποτελούν σήμερα τους πιο μεγάλους εχθρούς της υγείας των Ελλήνων. «Παρά την πρόοδο που έχει επιτευχθεί και στον τομέα της έρευνας και της αντιμετώπισης των νοσημάτων της καρδιάς και των αγγείων, η συχνότητα εμφάνισής τους σε παγκόσμιο επίπεδο και στη χώρα μας συνεχώς αυξάνεται.

H παρεμβατική καρδιολογία μπορεί να έχει προσφέρει πολλές λύσεις – σε πολλές περιπτώσεις να έχει σώσει τη ζωή ασθενών -, το μεγάλο στοίχημα όμως σήμερα για όλους είναι να μη φθάσουμε στο χειρουργείο. Να απαλείψουμε τα προβλήματα καρδιάς, που αποτελούν έναν από τους μεγαλύτερους εχθρούς της υγείας του σύγχρονου κόσμου» καταλήγει ο κ. Αραβανής.

Τα λόγια αυτά, που ανήκουν σε έναν άνθρωπο ο οποίος έχει παρακολουθήσει σε βάθος – χρόνου και όχι μόνο – τις καρδιακές παθήσεις στον ελληνικό πληθυσμό, δεν χωρούν περαιτέρω σχολιασμό.
Ποιος ήταν ο Ανσελ Κις

Ο Ανσελ Κις γεννήθηκε στο Κολοράντο Σπρινγκς των ΗΠΑ στις 26 Ιανουαρίου του 1904. Αποφοίτησε μετ’ επαίνων από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ και στη συνέχεια έλαβε το 1934 το πρώτο του PhD από το ίδιο πανεπιστήμιο.

Το δεύτερο PhD το έλαβε από το Kings College στο Κέιμπριτζ. Εργάστηκε ως ερευνητής στο Χάρβαρντ και στην Κλινική Μάγιο και στη συνέχεια μεταπήδησε στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότας, όπου ίδρυσε το Εργαστήριο Φυσιολογικής Υγιεινής, το οποίο οδήγησε στη δημιουργία της διάσημης Σχολής Δημόσιας Υγείας.

Στο παγκοσμίως γνωστό αυτό Εργαστήριο συνέχισε να εργάζεται ως το τέλος της ακαδημαϊκής καριέρας του. Ωστόσο υπήρξε ιδιαίτερα παραγωγικός ερευνητής σχεδόν ως το τέλος της ζωής του. H βιοχημικός Μάργκαρετ Κις με την οποία απέκτησε δύο παιδιά παρέμεινε αφοσιωμένη σύζυγός του ως το τέλος. Ο γιος του έγινε γιατρός ενώ η κόρη του δολοφονήθηκε από ληστές στην Τζαμάικα το 1991.

Ο Κις υπήρξε πρωτοπόρος στον τομέα του. Εκτός από τον χαρακτηρισμό «Mr Cholesterol» που του απεδόθη, καθώς πρώτος εξέφρασε τον συσχετισμό της χοληστερόλης με τη στεφανιαία νόσο, έμεινε γνωστός και για το διάσημο «πείραμα της Μινεσότας». H έρευνά του ύστερα από πρόσκληση της αμερικανικής κυβέρνησης οδήγησε στη χρήση της μερίδας φαγητού K (K = Keys ratio) που έσωσε χιλιάδες ανθρώπους από την πείνα κατά τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το 1961 το περιοδικό «Time» (φωτογραφία αριστερά) αφιέρωσε το τεύχος Ιανουαρίου στον Κις και στο έργο του. Και βεβαίως ο σημαντικότερος σταθμός της καριέρας του μεγάλου αυτού επιστήμονα ήταν η έρευνα των Επτά Χωρών, τα πολύτιμα συμπεράσματα της οποίας αποτελούν και σήμερα σημείο αναφοράς.

Κατά τη διάρκεια της ζωής του έλαβε αναρίθμητες διακρίσεις, διπλώματα και τίτλους σε διεθνές επίπεδο, ενώ βρέθηκε πολύ κοντά στο Βραβείο Νομπέλ, χωρίς όμως να το λάβει ποτέ. Απεβίωσε στις 20 του περασμένου Νοεμβρίου, στο σπίτι του στη Μινεάπολη των ΗΠΑ, σε ηλικία 100 ετών, έχοντας αφήσει πίσω του τεράστιο ερευνητικό και συγγραφικό έργο.

ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΦΑΤΟΣ καθηγητής Προληπτικής Ιατρικής και Διατροφής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης Ανακάλυψη τεράστιας σημασίας

H Μελέτη των Επτά Χωρών και η μελέτη του Φράμιγχαμ των ΗΠΑ αποτελούν τις μεγαλύτερες, τις πιο μακροχρόνιες και πιο σπουδαίες επιδημιολογικές μελέτες παγκοσμίως. H Μελέτη των Επτά Χωρών ιδιαίτερα, που άρχισε στα τέλη της δεκαετίας του ’40 και συνεχίζεται ως και σήμερα, εισήγαγε τον όρο του παράγοντα κινδύνου και καθόρισε με ακρίβεια τους παράγοντες κινδύνου για το έμφραγμα του μυοκαρδίου και τα άλλα χρόνια νοσήματα.

H ανακάλυψη αυτή είναι τεράστιας σημασίας για την πρωτογενή πρόληψη των χρονίων νοσημάτων. H γνώση αυτή αξιοποιήθηκε από χώρες όπως η Φινλανδία, η οποία θεμελίωσε εθνική πολιτική για την πρόληψη και τη διατροφή. Το αποτέλεσμα ήταν η ελάττωση της θνησιμότητας από έμφραγμα του μυοκαρδίου κατά 70% τα τελευταία 30 χρόνια.

H Φινλανδία είχε 10 φορές περισσότερους θανάτους από έμφραγμα του μυοκαρδίου σε σύγκριση με την Ελλάδα τα πρώτα 25 χρόνια από την έναρξη της Μελέτης των Επτά Χωρών (1960-1985). Σήμερα η κατάσταση αυτή έχει αντιστραφεί με τη συνεχή αύξηση των θανάτων στη χώρα μας από καρδιαγγειακά και άλλα χρόνια νοσήματα λόγω της παντελούς έλλειψης εθνικής πολιτικής για τη διατροφή και τη πρωτογενή πρόληψη σε αντίθεση με τη Φινλανδία.

Συνέπεια αυτής της κατάστασης είναι η επιβράδυνση της αύξησης του προσδόκιμου επιβίωσης στη χώρα μας που ήταν στην υψηλότερη θέση σε σχέση με όλες τις χώρες από τη Μελέτη των Επτά Χωρών πριν από 40 χρόνια. Αντίθετα, το προσδόκιμο επιβίωσης των Φινλανδών, το οποίο ήταν στη χαμηλότερη θέση, επιταχύνεται και πλησιάζει εκείνο της χώρας μας τη τελευταία δεκαετία.

Από τη Μελέτη των Επτά Χωρών φάνηκε ότι ο πληθυσμός της Κρήτης είχε το καλύτερο επίπεδο υγείας και τους λιγότερους παράγοντες κινδύνου για έμφραγμα του μυοκαρδίου, καρκίνους και άλλα χρόνια νοσήματα σε σύγκριση με τους υπόλοιπους 16 πληθυσμούς της Μελέτης των Επτά Χωρών. Το επίπεδο υγείας και οι δείκτες νοσηρότητας και θνησιμότητας από χρόνια νοσήματα ήταν καλύτεροι στον πληθυσμό της Κρήτης ακόμη και σε σύγκριση με τον πληθυσμό της Κέρκυρας και άλλους μεσογειακούς πληθυσμούς, όπως της Ιταλίας και της Δαλματίας.

Αυτό απεδόθη στον τρόπο ζωής και διατροφής των Κρητών. Αυτός ο τρόπος διατροφής των Κρητών μελετήθηκε λεπτομερώς τα τελευταία 40 χρόνια και έχει αποτελέσει διεθνές πρότυπο, ενώ παράλληλα δημιουργήθηκε έντονο ενδιαφέρον για τη λεγόμενη μεσογειακή διατροφή. H διατροφή των Κρητών όμως διαφέρει πολύ από των υπόλοιπων μεσογειακών χωρών και αυτό αντανακλάται στις μεγάλες διαφορές των δεικτών νοσηρότητας και θνησιμότητας στους πληθυσμούς αυτούς.

tovima.gr

Μέλισσες: τα πιο πολύτιμα πλάσματα του πλανήτη μας

Ο Καρλ Γιούνγκ για την αυτογνωσία σε 20 φράσεις