Οι άνθρωποι που συνηθίζουν να κοιμούνται με αναμμένο φως στην κρεβατοκάμαρά τους ή μπαίνει πάρα πολύ φως απ’ έξω έχουν αυξημένη πιθανότητα να βάλουν παραπάνω κιλά.
Αυτό καταδεικνύει νέα μεγάλη βρετανική επιστημονική έρευνα, που συσχετίζει τον «φωτεινό» ύπνο με την παχυσαρκία.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την Έμιλι ΜακΦάντεν του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και τον καθηγητή Αντονι Σουέρντλοου του Ινστιτούτου Ερευνών για τον Καρκίνο του Λονδίνου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό περιοδικό επιδημιολογίας “American Journal of Epidemiology”, μελέτησαν στοιχεία για 113.000 γυναίκες σχετικά με τις νυχτερινές συνήθειές τους.
Οι γυναίκες ταξινομήθηκαν σε ομάδες ανάλογα με το πόσο φωτεινό ήταν το δωμάτιό τους την ώρα του ύπνου τους (αρκετά για να διαβάσει κανείς, αρκετά για να διακρίνει κανείς μόνο το χέρι του, τελείως σκοτεινά κλπ). Στη συνέχεια συσχετίστηκαν οι απαντήσεις τους με διάφορους δείκτες παχυσαρκίας, όπως ο δείκτης σωματικής μάζας (αναλογία βάρους προς ύψος), η περιφέρεια της μέσης και η αναλογία μέσης-γοφών. Η συσχέτιση έδειξε ότι όσο πιο φωτεινό ήταν το δωμάτιο στο οποίο κοιμόταν μια γυναίκα, τόσο πιο υπέρβαρη ή παχύσαρκη ήταν.
Οι ερευνητές διευκρίνισαν ότι η μελέτη τους αναδεικνύει μεν μια συσχέτιση ανάμεσα στην έκθεση στο φως τα βράδια και στην τάση για πάχος, χωρίς όμως να μπορεί να αποδείξει ότι ο πρώτος παράγων όντως αποτελεί την αιτία για τον δεύτερο. Όπως είπε ο Σουέρντλου, «προς το παρόν υπάρχουν ανεπαρκή στοιχεία ότι αν κανείς σκοτεινιάσει το δωμάτιό του, αυτό θα έχει ως συνέπεια να αδυνατίσει». Τόνισε όμως ότι τα ευρήματα είναι ενδιαφέροντα και χρειάζονται περαιτέρω μελέτη.
Μία πιθανή εξήγηση είναι ότι το νυχτερινό φως αποδιοργανώνει το βιολογικό «ρολόι» του ανθρώπου, που έχει ρυθμιστεί έτσι ώστε κανείς να είναι ενεργός τη μέρα και αδρανής τις νύχτες. Το τεχνητό φως (με το οποίο π.χ. εργάζονται οι άνθρωποι σε νυχτερινές βάρδιες) έχει αποδειχτεί ότι προκαλεί ορμονικές, μεταβολικές και άλλες αλλαγές στον οργανισμό.