Όταν ο Norihiro απολύθηκε από τη δουλειά του ως μηχανικός, ντράπηκε να το πει στην οικογένειά του. Έτσι, άρχισε να προσποιείται πως δεν είχε αλλάξει τίποτα στη ζωή του. Συνέχισε να σηκώνεται κάθε πρωί την ίδια ώρα, να φοράει το πουκάμισο και τη γραβάτα του, να χαιρετά τη γυναίκα του και να οδηγεί προς την κατεύθυνση που βρισκόταν η εταιρεία στην οποία δούλευε. Μην έχοντας, όμως, τίποτα να κάνει, έμενε κάθε μέρα μέχρι και 19 ώρες στο αυτοκίνητό του, αφού δεν ήταν λίγες οι φορές που μετά τη δουλειά έβγαινε για ποτό με τους συναδέλφους του, πριν γυρίσει στο σπίτι. Μετά από μία εβδομάδα, συνειδητοποίησε πως δεν μπορούσε να λέει πλέον ψέματα και έγινε ‘johatsu’.
Έφυγε δηλαδή από το σπίτι του χωρίς να ενημερώσει κανένα και εγκαταστάθηκε στη Sanya, μια τόσο κακόφημη περιοχή του Τόκιο που δεν υπάρχει καν στον χάρτη της πόλης.
‘Johatsu’ στα γιαπωνέζικα σημαίνει ‘εξαφανισμένος άνθρωπος’ και δεν αποτελεί μία λέξη που δημιουργήθηκε μόνο για να περιγράψει την περίπτωση του Norihiro, αφού κάθε χρόνο από τα μέσα των 90s’ εξαφανίζονται περισσότεροι από 100.000 Ιάπωνες. Στην ουσία, μιλάμε για μια ιδιότυπη εξαφάνιση, στην οποία καταφεύγουν άνθρωποι που νιώθουν ντροπή που έχασαν τη δουλειά τους, έχουν δυσβάσταχτα οικονομικά χρέη ή έναν αποτυχημένο γάμο.
Απέτυχαν ν’ αυτοκτονήσουν, αφού η αυτοκτονία στην ιαπωνική κουλτούρα θεωρείται ο πιο αξιοπρεπής τρόπος για να ξεπλύνει κάποιος την ντροπή την οποία έχει φέρει στην οικογένειά του, ή δεν θέλησαν να αυτοκτονήσουν και αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την μέχρι τότε ζωή τους και να ζήσουν στο περιθώριο.
Το φαινόμενο ‘johatsu’ δεν είναι καινούργιο για την Ιαπωνία, ωστόσο ήρθε στο προσκήνιο χάρη σ’ ένα ζευγάρι Γάλλων, της Léna Mauger (συγγραφέας) και του Stéphane Remael (φωτογράφος) οι οποίοι εξέδωσαν πρόσφατα το βιβλίο ‘The Vanished: The ‘Evaporated People’ of Japan in Stories and Photographs’ (σε ελεύθερη μετάφραση ‘Οι ιστορίες και οι φωτογραφίες των εξαφανισμένων Ιαπώνων’).
Οι johatsu ‘εμφανίστηκαν’ για πρώτη φορά στην ιαπωνική κοινωνία μετά το τέλος του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, όταν η εθνική ντροπή βρισκόταν στο ζενίθ της, ενώ ιδιαίτερα αυξητικές τάσεις είχαν το 1989 και το 2008, λόγω των οικονομικών κρίσεων εκείνων των περιόδων.
Η Mauger και ο Ramael πέρασαν 5 χρόνια στην Ιαπωνία για να μελετήσουν το συγκεκριμένο φαινόμενο, αν και στην αρχή (2009) συνάντησαν τεράστιες δυσκολίες στην έρευνά τους.
”Αποτελεί θέμα ταμπού. Από τη μία πλευρά δεν μπορείς να μιλάς για αυτό, αλλά από την άλλη οι άνθρωποι μπορούν να εξαφανίζονται και να ζουν στο περιθώριο της γιαπωνέζικης κοινωνίας. Οι άνθρωποι που εξαφανίζονται το κάνουν, γιατί γνωρίζουν πως αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος για να επιβιώσουν”, είχε δηλώσει η Mauer στην The New York Post, τον Δεκέμβρη.
Οι άνθρωποι που εξαφανίζονται ζουν σε χαμένες γειτονιές που έχουν φτιάξει οι ίδιοι. Η Sanya, η περιοχή στην οποία μετακόμισε ο Norihiro μετά την εξαφάνισή του, μπορεί να βρίσκεται στο Τόκιο (στην Οζάκα υπάρχει η Kamagasaki), ωστόσο δεν υπάρχει σε κανένα χάρτη. Επισήμως, δεν υφίσταται. Πρόκειται για μια φτωχογειτονιά στο Τόκιο, της οποίας το όνομα δεν χρησιμοποιούν ούτε οι ιαπωνικές αρχές. Οι επιχειρήσεις της περιοχής ανήκουν στην Yakuza, την γιαπωνέζικη μαφία, και προσλαμβάνουν φτηνό προσωπικό, το οποίο δουλεύει για αυτούς ‘μαύρα’.
Οι εξαφανισμένοι ζουν σε μικρά, άθλια δωμάτια ξενοδοχείων χωρίς ίντερνετ και ιδιωτικές τουαλέτες, ενώ η συζήτηση στα περισσότερα από αυτά απαγορεύεται μετά τις 18:00. Για να μείνουν εκεί δεν χρειάζονται την ταυτότητά τους, διατηρώντας έτσι την ανωνυμία τους με αποτέλεσμα να αφήνουν οριστικά πίσω τους ό,τι τους ‘κυνηγούσε’ από την προηγούμενή τους ζωή.
(Ο Mikio είναι ένας από τους ελάχιστους ‘εξαφανισμένους’ που έχει δεχτεί να φωτογραφηθεί)
”Θεωρούσα αδύνατο να μπορέσεις να εξαφανιστείς σε μια χώρα τόσο τεχνολογικά προηγμένη όπως η Ιαπωνία”, έχει δηλώσει στο παρελθόν η Mauger. Στην Ιαπωνία, όμως, ισχύει ένα ιδιαίτερο καθεστώς σχετικά με τα προσωπικά δεδομένα. Το κράτος δεν έχει πρόσβαση στα προσωπικά δεδομένα κανενός πολίτη αν δεν υπάρχει υποψία ότι έχει διαπράξει κάποιο έγκλημα. Για παράδειγμα, αν κάποιος πολίτης δεν επισκεφθεί τις αρχές για να δηλώσει τη διεύθυνσή του, το κράτος δεν μπορεί να ξέρει πού κατοικεί, για αυτό και οι συγγενείς των εξαφανισθέντων πολλές φορές καταφεύγουν σε μια εταιρεία ιδιωτικών ντετέκτιβ, την Support of Families of Missing People, η οποία αναλαμβάνει περίπου 300 σχετικές υποθέσεις το χρόνο, έναντι 1.350 ευρώ τον μήνα.
Σύμφωνα με στοιχεία της World Health Organization του 2014, ο μέσος όρος Γιαπωνέζων που αυτοκτονούν είναι 60% πάνω από τον αντίστοιχο παγκόσμιο μέσο όρο. Κάθε μέρα στην Ιαπωνία αυτοκτονούν 60-90 άτομα.
Το φαινόμενο johatsu δεν έχει αυξήσει τις δουλειές μόνο των ιδιωτικών ντετέκτιβ, αλλά και ανθρώπων όπως ο Shou Hatori. Ο συγκεκριμένος κύριος βοηθούσε στις μετακομίσεις για εννιά χρόνια, έναντι ποσών που ξεκινούσαν από τα 240 και έφταναν μέχρι τα 2.400 ευρώ, ανθρώπους που ήθελαν να εξαφανιστούν και έγραψε το ‘Night Time Movers’, ένα βιβλίο με τις σχετικές εμπειρίες του.
Ο Hatori και συνάδελφοί του είναι αυτοί που βοήθησαν το ζευγάρι Γάλλων στην έρευνά του. Η Mauger και ο Ramael κέρδισαν σε τέτοιο βαθμό την εμπιστοσύνη αυτών των ανθρώπων που τους δόθηκε η δυνατότητα να συμμετάσχουν σε μια τέτοιου είδους μετακόμιση, αλλά οι πιο συνταρακτικές ιστορίες που περιγράφουν στο βιβλίο τους είναι από τους ίδιους τους johatsu. Όπως εκείνη μιας γυναίκας που εγκατέλειψε τον σύζυγο και τον ανήλικο γιο της όταν ερωτεύτηκε έναν άλλο άντρα ή εκείνη ενός μαθητή που έφυγε από το σπίτι των γονιών του, όταν δεν έγραψε καλά σ’ ένα διαγώνισμα. Το βασικό κίνητρο πίσω από κάθε johatsu είναι η ντροπή.
Πέρα, όμως, από την ντροπή μεγάλο ποσοστό των εξαφανίσεων και των αυτοκτονιών στην Ιαπωνία οφείλεται στις υπερβολικά πολλές ώρες που δουλεύουν οι πολίτες της. Για να γίνει κατανοητό το πόσο χαρακτηριστικό είναι αυτό για την ιαπωνική κοινωνία, αξίζει να σημειώσουμε πως υπάρχει και σχετική λέξη, αφού ‘karoshi’ σημαίνει η αυτοκτονία που προέρχεται από τις πολλές ώρες εργασίας. Σύμφωνα με έρευνα που έγινε τον περασμένο Οκτώβρη και στην οποία συμμετείχαν 10.000 άτομα, πάνω από το 20% δήλωσε πως δουλεύει πάνω από 80 ώρες υπερωρίες τον μήνα.
Η ιαπωνική κουλτούρα και ο τρόπος λειτουργίας της ιαπωνικής κοινωνίας είναι αρκετά διαφορετικός από τον δικό μας, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να κατανοήσουμε απολύτως φαινόμενα όπως αυτό των johatsu. Σε αυτό βοηθά και το γεγονός πως το συγκεκριμένο φαινόμενο δεν έχει πάρει τη δημοσιότητα που του αξίζει, αν εξαιρέσουμε το ‘A Man Vanishes’, ένα ντοκιμαντέρ που κυκλοφόρησε το 1967 και περιγράφει εκατοντάδες περιπτώσεις Ιαπώνων που εξαφανίστηκαν.
Η Mauger και ο Ramael με το βιβλίο τους κάνουν ίσως την πρώτη ουσιαστική διεθνή προσπάθεια για να γίνει γνωστό το συγκεκριμένο φαινόμενο σε όλο τον κόσμο. Ένα φαινόμενο για το οποίο οι Ιάπωνες όχι μόνο δεν θέλουν να μιλάνε, αλλά συμπεριφέρονται σαν να μην υφίσταται. Και θα συνεχίζουν να συμπεριφέρονται έτσι, αφού το συγκεκριμένο βιβλίο δεν έχει εκδοθεί ακόμα στην Ιαπωνία.