Πριν από περίπου δύο μήνες, γνώρισα τον Άγγελο* μέσω Facebook. Δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία οι λεπτομέρειες της γνωριμίας μας, αρκεί να πω ότι είχε ως αφορμή ένα παλιότερο άρθρο μου σχετικά με το κατά πόσο η κάνναβη μπορεί να οδηγήσει σε ψυχωσικό επεισόδιο. «Η κάνναβη δημιουργεί ψυχωσικά προβλήματα και είμαι ένα απ’ τα θύματά της», είπε ο Άγγελος στη συνέχεια της γνωριμίας μας. Μετά το πρώτο τηλεφώνημα που είχαμε, αναπτύξαμε μια καλή σχέση εμπιστοσύνης και από τότε τα λέμε συχνά μέσω μηνυμάτων.
Ο Άγγελος, με λίγα λόγια, θέλησε να περιγράψει την «πλούσια» εμπειρία του ως ένας πρώην χρόνιος χρήστης κάνναβης. Παρακάτω ακολουθεί η ιστορία του, όπως μου τη διηγήθηκε αποσπασματικά το τελευταίο διάστημα.
Γεννήθηκα τον Γενάρη του 1983 και ήμουν -αυτό που λέμε- παιδί καλής οικογένειας, με αρχές. Ποτέ δεν μου έλειψε τίποτα. Στα 16 μου, εν μέσω μιας ροκ εφηβείας όπου τα κασετόφωνα έπαιζαν φουλ Maiden, μαζί με μια παρέα «ήπιαμε» το πρώτο μας τσιγάρο. Το «μαύρο» ηταν μια σούπερ αίσθηση. Η μαστούρα, σκέτη ηδονή. Πέρασαν μέρες μέχρι να πιούμε ξανά και αυτό γινόταν περαστασιακά μέχρι το 2002, όταν και έμεινα μόνος μου για πρώτη φορά, μακριά από τους γονείς μου.
Τότε, με κάλεσε η πατρίδα – στρατός. Υπηρέτησα στους πεζοναύτες, στον Βόλο, και εκεί ουσιαστικά ξεκίνησε ο εθισμός. Εθισμός στο «μαύρο» σημαίνει να φροντίζεις ώστε να μην ξεμένεις ποτέ. Δηλαδή, να έχεις κάνει τα κουμάντα σου – ειδικά στις γιορτές που λείπουν οι «άκρες». Εθισμός είναι να πεινάς ή να θες να πας στην τουαλέτα, αλλά πρώτα να θες να πιεις. Έτσι το ζούσα.
Με το που απολύθηκα από φαντάρος, έπιασα δουλειά ως σεφ σε ένα τσιπουράδικο. Εκεί, κοντά στα τσίπουρα, έπινα κάθε μέρα γύρω στα πέντε τρίφυλλα. Μέρα-νύχτα ήμουν μαστουρωμένος, έκανα πολύ σεξ, ενώ έπινα και αλκοόλ.
Φωτογραφία: Δημήτρης Ραπακούσης (από το άρθρο του VICE «”Πίνοντας” στην Πορεία για την Αποποινικοποίηση του Χόρτου στο Κέντρο της Αθήνας»)
Γενικά, όλα σου φαίνονται «wow» όταν «την πίνεις». Νιώθεις την υπέρτατη ευφορία και μια διαύγεια μαγική. Οι σκέψεις σου αρχίζουν να γίνονται υπερβολικά μελλοντικές – δεν ζεις στο παρόν.
Για να καταλάβεις, μία τέτοια σκέψη που είχα συνεχώς ήταν ότι θα γεράσω, θα ‘μαι παππούς και θα πίνω τα τσιγάρα μου – αστείο εντελώς.
Οι παρέες σου, πλέον, είναι με ανθρώπους που πίνουν κι αυτοί. Ξεκόβεις απ’ την οικογένειά σου και η συμπεριφορά σου απέναντι στους γονείς σου μπορεί να είναι από πολύ απότομη έως υπερβολικά γλυκιά – ό,τι να ‘ναι. Θα μπορούσα να σου πω πάρα πολλά, αλλά θέλω να σε πάω στην ουσία.
Εκεί που ξεκινάς να χαλιέσαι, είναι όταν πας να ψωνίσεις το χόρτο σου από τον dealer. Πρέπει να είσαι νηφάλιος, ειδκά όταν «τραβιέσαι» αρκετά μακριά από το σπίτι σου για να ψωνίσεις, διότι όταν είσαι φορτωμένος με το stuff, τότε αρχίζουν έντονες φοβίες, ξέρεις, μη σε πιάσουν οι μπάτσοι. Μέχρι να φθάσεις στο σπίτι, όσο ψύχραιμος κι αν νομίζεις ότι είσαι, σπαρταράς σαν το ψάρι. Φθάνεις σε σημείο να φοβάσαι μη σου την «πέσουν» ακόμα και στο σπίτι σου, κάτι που δεν είναι τόσο εύκολο. Αλλά, μέσα σου καλλιεργείς αυτόν τον φόβο. Μπαίνεις σε μια φοβική διαδικασία, η οποία είναι πολύ έντονη, όμως δεν καταλαβαίνεις ότι σε φθείρει ψυχικά. Η μόνη σου σκέψη είναι να φθάσεις σπίτι, να ανοίξεις τη σακούλα και να πιεις. Είσαι σαν διψασμένος μες στην έρημο. Βάζεις κάτω το χόρτο και, μέχρι να το στρίψεις και να το ανάψεις, θες να το φας όλο.
Ευτυχώς, δεν είχα μπλέξει με νταραβέρια, δηλαδή να σπρώχνω. Μόνο κερνούσα τους «φίλους». Ωστόσο, πάντα κουβαλούσα φούντα μαζί μου. Ήμουν πολύ φορτωμένος, συνέχεια.
Τον Φεβρουάριο του 2009, λιποθυμάω από το πολύ πιώμα και με πιάνει μία έκρηξη άγχους για άγνωστο λόγο. Το ξεπερνάω.
Λίγες ημέρες αργότερα, στις 19/02/2009, παθαίνω το πρώτο ψυχωσικό επεισόδιο. Μόνος στο σπίτι, μετά από δουλειά. Η τότε κοπέλα μου λείπει εκτός Αθήνας. Καπνίζω ένα «τρίφυλλο», τρώω και υποτροπιάζω από τη μαστούρα. Ανεβάζω παλμούς και παθαίνω μια σοβαρή κρίση πανικού. Βγαίνω στον δρόμο, περπατάω σαν τρελός χωρίς να μπορώ να ηρεμήσω, πέφτω πάνω σε έναν ταξιτζή και πηγαίνω σε ένα ιατρικό κέντρο, στις 4.00 τα ξημερώματα. Εκεί, με βλέπει ένας καρδιολόγος, μου μετράει τους παλμούς (170), μου κάνει ένα καρδιογράφημα και με στέλνει στο σπίτι να ηρεμήσω, δίνοντάς μου ένα ηρεμιστικό. Από εκείνη τη βραδιά χάνεται η μπάλα. Με έχει κυριέψει ένας έντονος φόβος. Κάθε λεπτό που περνάει, νιώθω ότι χάνω τον εαυτό μου. Νιώθω ανίκανος να εργαστώ, ανίκανος να κοιμηθώ, να φάω, να κάνω σεξ, να μιλήσω με τους γύρω μου.
Οι μέρες περνούσαν χωρίς να έχω καν την αίσθηση του χρόνου. Ήθελα τόσο πολύ να βοηθήσω τον εαυτό μου, αλλά δεν ήξερα τον τρόπο. Ήθελα και να πιω όμως, δεν άντεχα. Έπινα, αλλά γινόμουν αμέσως πολύ χειρότερα. Σε πρώτη φάση, προσπάθησα να το ξεπεράσω με μια κοπέλα που είχα τότε, αλλά δεν με βοηθούσε καθόλου. Το χειρότερο πράγμα που μπορούν να σου πουν σε μια τέτοια κατάσταση είναι ότι «έλα μωρέ, δεν έχεις τίποτα». Αρχίζεις να νιώθεις τρελός.
Έτσι, πήγα σε έναν πολύ διάσημο γιατρό για κρίσεις πανικού, αλλά ούτε αυτός μπορούσε να κάνει κάτι για την περίπτωσή μου. Μου είχε πει, μάλιστα, ότι δεν επρόκειτο για κρίση πανικού και κατέληξα να πληρώσω 120 ευρώ για να μου πει να συνεχίσω το «μαύρο» – ΟΚ.
Τις νύχτες δεν κοιμόμουν καλά, μούδιαζε ο αυχένας μου και ίδρωνα πολύ. Ούτε τηλεόραση δεν μπορούσα να καθίσω να δω. Στη δουλειά, πήγαινα και λειτουργούσα εντελώς μηχανικά. Ενώ, όλοι γύρω μου είχαν πάρει χαμπάρι τι συμβαίνει.
Κανείς δεν μπορούσε να με βοηθήσει, αν και μιλούσα συνέχεια για το πρόβλημά μου. Για καλή μου τύχη, η μητέρα ενός φίλου που έπαθε κι αυτός προβλήματα από τη φούντα, με έστειλε σε έναν ψυχίατρο. Οξύ καταθλιπτικό επεισόδιο με ψυχωσικές φοβίες, η αρχική διάγνωση. Η δική μου διάγνωση: το «έκαψα». Με άλλα λόγια, overdose από το «μαύρο» και απ’ την καθημερινή ανεξέλεγκτη χρήση φίλε.
Ξεκίνησα θεραπεία με ηρεμιστικά και αντικαταθλιπτικά, σε συνδυασμό με ψυχανάλυση. Μεγάλος αγώνας. Ακόμη παίρνω κάποια μικρή φαρμακευτική αγωγή.
Σε λίγες ημέρες θα κλείσω 7 χρόνια αποχής από τις ουσίες και είμαι πολύ καλύτερα, σίγουρα πιο ευφυής και με πολύ καλή διάθεση. Βέβαια, έχουν μείνει κατάλοιπα από όλο αυτό.
Εν κατακλείδι, το χασίς ξεκινά ως ψυχαγωγικό μέσο και, ανάλογα με την ευαισθησία του καθενός, καταλήγει να γίνει η ζωή του. Κάποτε περίμενα να ξεμαστουρώσω, μόνο και μόνο για να πιω και να μαστουρώσω ξανά. Τώρα, λέω πόσο τυχερός είμαι που, μέσα από την ατυχία μου, ξέφυγα από αυτό – αν και με οδυνηρό τρόπο.
Το «χόρτο» σε πάει και σε άλλα ναρκωτικά κι ας μην το παραδέχονται κάποιοι. Εμένα, τουλάχιστον, με πήγε και στην πρέζα και στην κόκα, πολύ περιστασιακά βέβαια.
Μια συμβουλή και κλείνω, διότι αν ήμασταν πρόσωπο με πρόσωπο θα μπορούσα να σου μιλώ για μέρες. Τα πάντα στη ζωή θέλουν μέτρο, αρκεί να μπορείς να έχεις μέτρο στη ζωή σου. Και κάτι ακόμα. Τα «χόρτα» που παίζουν είναι άθλια και ειδικά τα skunk σε κάνουν παντελώς ηλίθιο. Αυτές τις συμβουλές, περί κάνναβης, τις δίνω και σε πολλούς ανθρώπους που γνωρίζω και θα συνεχίσω να το κάνω.
Ευχαριστώ που μοιράστηκα μαζί σου την εμπειρία μου. Σίγουρα έχω ξεχάσει πράγματα που θα μπορούσαν να είναι κι αυτά αντιπροσωπευτικά .
Καλή σου εβδομάδα. ΠΗΓΗ
*To όνομα έχει αλλάξει
Με αφορμή την παραπάνω μαρτυρία και κινούμενος από ενδιαφέρον, αναζήτησα και βρήκα μια δομή υποστήριξης για τους ανθρώπους που αντιμετωπίζουν πρόβλημα εξάρτησης από το χασίς. Το θεραπευτικό πρόγραμμα «Διάβαση» του ΚΕΘΕΑ απευθύνεται σεχρήστες ναρκωτικών ουσιών και τις οικογένειές τους. Περισσότερα στην ιστοσελίδα, στο facebook και το twitter του προγράμματος.